17.3.11

Λόνδρα Baby Vol4


Εκείνη την ημέρα οι δημοσιογράφοι απεργούσαν… Μόνο στην Ελλάδα φυσικά, γιατί στο Βρετανικό Μουσείου εγώ ως ανταποκρίτρια και ο συνάδελφος απο το ΒΒC λιώναμε τα γόνατα μας στο ρεπορτάζ. Εντωμεταξεί η Μπέμπα, έχει αφηνιάσει, γιατί ψάχνει τις Καρυάτιδες και δεν τις βρίσκει...

Σε κάποια στιγμή την χάνω, ψάχνω πανικόβλητη στο απέρανο μουσείο και τελικά τη βρίσκω να έχει κολλήσει τη μούρη της πάνω απο ένα τάφο μούμιας και να περιεργάζεται σπιθαμή προς σπιθαμή τον αποστεωμένο Φαραώ, με τα μεγάλα νύχια και τα ξανθά μαλλιά. Επιτέλους, ακούω ελληνικά. Πλησιάζω για να ακούσω καλύτερα η βρωμοκουτσομπόλα, και για να ρίξω στάχτη στα μάτια των συμπατριωτών, απευθύνομαι στη Μπέμπα στα γαλλικά, αξιοποιώντας την εκπληκτική προφορά μου. Και να σου, σπάει ο διάολος την ποδάρα του... οι συμπατριώτες ήταν Ελληνογάλλοι. 
Ουερ ιζ δε ΚαρυατίΔα; Ρωτάμε την αρμόδια υπάλληλο, που κοιμότανε στη γωνία... (δε κόρνερ).
Απο το 1978 στην Ελλάδα... Απλά δεν είχαμε μουσείο να τις βάλουμε. Μια μόνο έμεινε κι αυτή κρυμμένη απο τον Αλλάχ, πίσω απο τούρκικο τέμπλ (ναό). «Μμμμμ, αυτό ήταν;», ρωτάω και διαβάζω την επιγραφή «Cariatid : all the originals are now replaced by copies.». Πολύ ωραία... Βρίσαμε τον Έλγην, διαδηλώσαμε λίγο μπροστά απο τα Μάρμαρα «Γκιβ Ας Αουρ Μαρμπλς Μπακ! Ουι γουαντ δεμ, φορ δε νιου μουζίουμ!» και φύγαμε ολοταχώς!

Ήθελα να δω απο κοντά, απο μέσα κι έξω μια Αγγλικανική Εκκλησία. Η Μπέμπα το απόφευγε σαν τον διάολο, αλλά ξαφνικά την είδαμε μπροστά μας. Πως να αντισταθώ; Μεγάλο μπατακλάν... Μόνο κάρτα δεν χτυπάς στην είσοδο. Η Εκκλησία έμοιαζε με τράπεζα στην είσοδο, στην πορεία μου θύμιζε ΙΚΑ και στο τέλος, εκεί που γίνονται οι λειτουργίες (αν λέγονται έτσι), ο χώρος ήταν ίδιος με εκείνον του Δημοτικού Συμβουλίου στον Άλιμο. 

Καθίσαμε για μεσημεριανό σε γαλλικό μπιστρό. Είχα την ονομαστική εορτή μου, την οποία δεν θυμήθηκε κανείς (ναι, ναι, τώρα που το διαβάζεις ετοιμάζεσαι να μου στείλεις, αλλά σουβενίρ απο τη Λόνδρα να μην περιμένεις!Το πολύ πολύ να σου φέρω καμιά καπότα με τον Ουίλιαμ και την Κέητ...).  Ένα καλό φιλέτο σενιάν μου άξιζε... Ξανά Έλληνες στο διπλανό τραπέζι. Όσο και να έστηνα το αφτί μου, όσο καρτερικά και να περίμενα να μας σχολιάσουν για να τους ξεμπροστιάσουμε, τίποτα, κύριοιοιοιοιοι.... Όταν έφυγαν, τους χαιρέτησα στα ελληνικά- ένα ψυχεδελικό πείραμα, νιώθω ευχαρίστηση όταν βλέπω τον τρόμο και την έκπληξη στα μάτια των, αλλά όχι, αυτοί μας είχαν καταλάβει.

Κι επιτέλους, μετά απο τόσες ημέρες ξεποδαριάσματος, λιώσιμο σόλας και αδιάκοπου σκληρού ρεπορτάζ στη γκρίζα ζώνη (βασικά κάτω απο το γκρίζο ουρανό), πήγαμε για ψώνιααααα!!! Ηχητικό εφφέ- πολεμική ιαχή «Αέεεερρρρααααααα!» και βουτιά στις στοίβες με τα ρούχα. Βαριές ανάσες, ιδρώτας, ιδρωτίλα, γρατζουνιές, μασχαλίλα, μποχίτο κανονικό... Οι μουσουλμάνες να πέφτουν με τα μούτρα σε ό,τι πιο ξετσουλιάρικο έβρισκαν μπροστά τους. «Αστο κάτω μαρή, που θα το βάλεις;», θα ούρλιαζε μια τυπική Ελληνίδα, αλλά εγώ ποτέ. «Μια πωλήτρια βρε παιδί μου, που είναι;» ρώταγε η Μπέμπα. Με τις μπλούζες, τα σακάκια και τα φορέματα παραμάσχαλα και με τη γλώσσα έξω, τρέχαμε σπρώχνοντας κόσμο και κοσμάκη πάνω κάτω... Πωλήτρια, πουθενά. Οι πωλήτριες, ήταν όλες μαύροι άντρες δυο μέτρα που σε κυνηγούσανε με την πατσαβούρα ή με τα τρόλλει και φυσικά δεν μπορούσαν ούτε να σου βρουν το σωστό νούμερο, ούτε να τους ρωτήσεις για τις τιράντες του σουτιέν!

Δοκιμάζαμε τα ρούχα ξεδιάντροπα, μπροστά στα μάτια ολονών  μέχρι που ένα φως μας τύφλωσε... Μην είναι η Lady Gaga? Μια ζωηρή παρουσία, με ξανθορόζ τρέσσα, πράσινη σκιά χρυσόσκονη στο μάτι, πέδηλα γιγάντια, κοσμηματοπωλείο κρεμασμένο απο τα άκρα της και πεταλούδες στα στήθη ξεπρόβαλλε πίσω απο τα αραχνούφαντα παρεό.... Σούργελο δεν τη λες... Ντίβα όμως, θα την πεις!

Α! Ένα πράσινο κραγιόν! Λέω και το πετάω κι αυτό στο καλάθι δίχως δεύτερη σκέψη... (επηρεασμένη απο τη Γκάγκα φυσικά). Φορτωμένες σαν γαιδούρια παίρνουμε το δρόμο του γυρισμού. Είμαστε κατάκοπες και χυνόμαστε στην κρυιολεξία, μέσα στο κόκκινο δυόροφο λεωφορείο. «Α, για να δω το πράσινο κραγιόν...» λέει η Μπέμπα, που είχε τιρκουάζ σκιά στα μάτια και το πράσινο θα ταίριαζε τέλεια... Το ανοίγει, το απλώνει, το ξαναπλώνει, χρώμα δεν έβγαινε... «Διάφανο θα είναι βρε!» σκέφτηκα, «σιγά μην ήταν πράσινο...». Χαζεύω λίγο απο το παράθυρο και μέχρι να την ξανακοιτάξω, το διάφανο έχει γίνει τόσο κόκκινο, κοκκινοφούξια, κι έτσι όπως το πασάλιψε αδέξια, είχε βγει σαφέστατα εκτός περιγράμματος (χειλιών).

Να μη τη στεναχωρήσω, σπίτι θα πηγαίναμε άλλωστε, της είπα οτι με την ώρα, γίνεται λίγο πιο...ροζ! Η Μπέμπα όμως, ήθελε να ψάξουμε ξενοδοχείο για τους γονείς της, που θα την επισκέπτονταν την επόμενη εβδομάδα... Το βουλώνω, κάθομαι σε μια γωνιά κι η Μπέμπα αρχίζει να μπαινοβγαίνει αλαφιασμένη απο ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο. Χαμογελούσε, με την ευγένεια που επιβάλλουν τα Μπρίτις Ίνγγλις, ζητούσε ένα δίκλινο. Το χαμόγελο πάγωνε και οι Ινδοί ρεσεψιονίστς της απαντούσαν «Ανφόρτουνατλι, γουί άρ φούλι μπούκτ!» και της έδειχναν την πόρτα της εξόδου, με την ελπίδα να μη ξαναγυρίσει...

Μετά απο πολύωρη έρευνα, ένα ξενοδοχείο για ζευγαράκια, της 8ης κατηγορίας, προσέφερε απλόχερα στέγη, στην κοκκινοχειλούσα Μπέμπα, με τις ζωηρές τυρκουάζ γραμμές στα βλέφαρα... Κι όταν τελικά αντίκρυσε το είδωλλό της στον καθρπέτη, κι ενώ εγώ στο διπλανό δωμάτιο καμάρωνα για τις αγορές μου, ακούσα  να βρυχάται απο τα έγκατα της ψυχής της... "ΑΛΕΞΙΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ!".... 

No comments:

Post a Comment

Any comments?