16.3.12

Αποστολή Σεντρίνκ vol3


Ένα βράδυ σαν όλα τα άλλα, η Συμμορία του Μαρκαδόρου μαζεύτηκε στο γνωστό μέρος, για τους γνωστούς λόγους. Είχαν να συζητήσουν πολλά  θέματα, την αποστολή στο Ντζιμπουντί, την εκπαίδευση ενός Ψηλού για την προστασία του Κοντού, το διπλωματικό επεισόδιο με τον Λώρεν της Αργεντινής κ.ο.κ. Η Αρχιμαφιόζα είχε χάσει κάθε ενδιαφέρον για όλα τα παραπάνω θέματα, διότι καιγόταν να ξεσκεπάσει την ταυτότητα του Σεντρίνκ. Ένας τρόπος υπήρχε για να μάθει…

Εκείνο το βράδυ η Συμμορία μέθυσε ομαδικώς. Η Αρχιμαφιόζα με ύπουλο τρόπο έκανε κόκαλο τον Κοντό και την Τσίχλα, με αποτέλεσμα να κλείσει το μπαρ και αυτοί να μείνουνε μέσα. Μαζί με τον Σεντρίνκ βέβαια, και δυο περίεργους τύπους αγνώστου προελεύσεως. Την ανάκριση την ανέλαβε ο Κοντός, η Αρχιμαφιόζα είχε καταπιεί τη γλώσσα της. Αφού συζητήσανε περί ανέμων και υδάτων, «Δεν είμαι μπαρμαν…» είπε ο Σεντρίνκ, ίσως του ξέφυγε. «Εδώ είμαστε!!!!» είπε η Αρχιμαφιόζα και τώρα το μόνο που της έλειπε ήταν ο γραφικός του χαρακτήρας και λίγο dna.

Η Τσίχλα δεν έβρισκε ησυχία. «Θα μας σκοτώσουν! Κανείς δεν ξέρει που βρισκόμαστε! Πάμε να φύγουμε!», έλεγε συνέχεια κι ανανέωνε το κραγιόν της για να τους ρίξει στάχτη στα μάτια. Όπως έχουμε πει, είναι πάντα το δόλωμα. Ο ρόλος της ήταν να ξελογιάσει τους άλλους τύπους, ώστε να απομονωθεί ο στόχος και να αποσπάσουνε τις πληροφορίες. Η Αρχιμαφιόζα είχε φάει φρίκη με αυτά που άκουγε, έπινε μοχίτο πλέον για να ξεμεθύσει. «Αν τα μάθει αυτά η Μαρί Ντε Λουά θα γίνει έξαλλη! Πάμε να φύγουμε!», έλεγε η νομοταγής Τσίχλα. «Μας καλύπτει η πράκτωρ Λώρεν, τσίλ άουτ», της είπε ο κοντός. Ο Σεντρίνκ παραδέχτηκε ότι δεν ήταν αυτός που όλοι νομίζανε, τη σχέση του με τις Ρωσίδες, την αποτυχημένη αποστολή στο Παρίσι, το πώς βρέθηκε κυνηγημένος στην Τολόζα και για το μεγάλο μυστικό του τατουάζ του, παραλίγο κάτι να πει, αλλά κρατήθηκε. Τι σημασία είχε; Η Αρχιμαφιόζα το είχε αναγνωρίσει πολύ πριν μάθει όλα τα υπόλοιπα.

Γραφικός χαρακτήρας και τον έχουμε στο  χέρι, σκέφτηκε η Αρχιμαφιόζα. Αλλά πως; «Πρέπει να τον κάνουμε να μου δώσει το τηλέφωνό του…» είπε. Ανοιγόκλεισε άλλη μια φορά τα μάτια της σε ανύποπτο χρόνο και τότε της ζήτησε το τηλέφωνό της. Δεν υπήρχε περίπτωση βέβαια να το δώσει, πώς να δώσει το απόρρητο στον εχθρό; Λίγοι και καλοί ήξεραν μόνο το τηλέφωνο της Αρχιμαφιόζας. «Δεν το ξέρω απ’εξω, δεν το έχω καν μαζί μου σήμερα!», του είπε κι εκείνος επιτέλους έπιασε χαρτί και στυλό κι έγραψε το όνομά του με το τηλέφωνο. Το τηλέφωνο δεν τις ενδιέφερε, μόνο ο γραφικός χαρακτήρας. Και τώρα το μόνο που έμενε ήταν το Dna…

«Να του τραβήξω μια τρίχα από τα γένια; Ξέρεις…πλάκα κάνω», πρότεινε η Τσίχλα. Όποτε έλεγε «ξέρεις-πλάκα-κάνω» εννοούσε «δεν κάνω πλάκα, στον επόμενο τόνο θα σας βρίσω νυστάζω/πεινάω». Ή νύσταζε ή πείναγε ή και τα δύο.  Ο Κοντός πετάχτηκε λες και τον τσίμπησαν τον κώλο,  «Τι λες παιδί μου να πάθει ηλεκτροπληξία, τον θέλουμε ζωντανό!», της είπε. «Αν θέλετε dna, πρέπει να φύγουμε τώρα!», είπε η Αρχιμαφιόζα πονηρά, έχοντας ήδη βρει τον τρόπο. Ο Σεντρίνκ, ανυποψίαστος ακόμα, τις οδήγησε από την πίσω πόρτα του μπαρ σε έναν διάδρομο κι από εκεί θα έβγαιναν στο σοκάκι.

«Πως θα το κάνεις; Θα του τραβήξεις τα μαλλιά; Θα τον γρατζουνήσεις; Να ξέρουμε να τρέξουμε αν είναι!», είπε ο Κοντός. «Ωχ, σοβαρά μιλάτε; Είμαι με τακούνια!» είπε η Τσίχλα. «Όχι ρε, ηρεμήστε! Απλά πράματα! Ξέρω..!». 

No comments:

Post a Comment

Any comments?